Οι βασικοί άξονες της σκέψης μου: ο Κλωντ-Λεβί Στρως μιλάει για το έργο του

Posted: 30 Νοεμβρίου, 2008 in @press - Επιλογές απ' τον Τύπο
Ετικέτες: , ,

Ο Κλωντ-Λ�βι Στρως από τον Ντ�ιβιντ Λιβάιν

Ο Κλοντ-Λέβι Στρος από τον Ντέιβιντ Λιβάιν


Συνέντευξη του Κλωντ-Λεβι Στρως στον Mανολο Οζοριο

Αναδημοσίευση από την Αυγή της Κυριακής

* Είστε ο συγγραφέας ενός αξιοσημείωτου σε όγκο έργου, που χαίρει αναγνώρισης σε ολόκληρο τον κόσμο. Εκείνοι που γνωρίζουν το όνομά σας είναι πολύ περισσότεροι από εκείνους που είναι εξοικειωμένοι με τη δουλειά σας. Έτσι, εκ μέρους του μεγάλου σας διεθνούς κοινού, θα θέλαμε να σας υποβάλουμε μερικά βασικά ερωτήματα, για τα κομβικότερα στοιχεία της σκέψης σας. Πείτε μας, καταρχάς, ορισμένα πράγματα για τη σταδιοδρομία σας, τα πρώτα χρόνια.

Ως συγγραφέας, η αλήθεια είναι ότι ξεκίνησα κάπως αργά. Η σταδιοδρομία μου είχε τις διακυμάνσεις της. Εκκινώντας από τη μελέτη του νόμου στράφηκα στη φιλοσοφία και στη συνέχεια προχώρησα πρώτα στην κοινωνιολογία –πήγα στο Πανεπιστήμιο του Σάο Πάολο, στη Βραζιλία για να διδάξω κοινωνιολογία– και έπειτα στην εθνογραφία. Ξεκίνησα να γράφω μόλις κατά τη διάρκεια του πολέμου, όταν βρήκα καταφύγιο στις Ηνωμένες Πολιτείες. Χρησιμοποίησα, αφενός, κάποιες από τις επιτόπιες έρευνες που είχα κάνει για τους Ινδιάνους Ναμπικουάρα και, αφετέρου, άρχισα τη θεωρητική εργασία μου γράφοντας τις Στοιχειώδεις δομές της συγγένειας.

Τα πρώτα βήματα και η γνωριμία με τον Ρ. Γιάκομπσον

* Αυτή η πρώιμη έρευνα συνοδεύθηκε αναμφίβολα από ανησυχίες…

Θα προτιμούσα να μιλήσω για αβεβαιότητες, παρά για ανησυχίες· θα ήταν ακριβέστερο. Η θεωρητική μου σκέψη είχε πάρει μια ορισμένη κατεύθυνση που δεν μπορούσα να δω ξεκάθαρα. Κατόπιν, ενώ ήμουν στις Ηνωμένες Πολιτείες, το 1942, συνάντησα το γλωσσολόγο Ρόμαν Γιάκομπσον και ανακάλυψα ότι αυτές οι ασαφείς ιδέες υπήρχαν υπό τη μορφή ενός σώματος αρχών στη δομική γλωσσολογία. Αμέσως ένιωσα καθησυχασμένος.

Εκείνη την εποχή, διδάσκαμε κι οι δυο στη Νέα Σχολή για την Κοινωνική Έρευνα (New School for Social Research) στη Νέα Υόρκη, ένα είδος πανεπιστημίου στην εξορία που είχε ιδρυθεί από γαλλόφωνους πρόσφυγες διανοητές. Παρευρισκόμασταν ο ένας στις παραδόσεις του άλλου. Βρήκα στη διδασκαλία του Γιάκομπσον τον ερμηνευτικό οδηγό που χρειαζόμουν. Με ενθάρρυνε, και επιπλέον με ώθησε να προχωρήσω περαιτέρω με τις παραδόσεις μου για τη συγγένεια.

* Παραδόσεις που οδήγησαν σε ένα βιβλίο…

Ναι, το πρώτο σημαντικό βιβλίο μου, Οι στοιχειώδεις δομές της συγγένειας· αυτή ήταν και η διδακτορική διατριβή μου.

* Ποιες αντιστοιχίες βρήκατε ανάμεσα στη γλωσσολογία του Γιάκομπσον και την εθνογραφική έρευνα που διεξαγάγατε στη συνέχεια; Η γλωσσολογία και η εθνογραφία είναι δύο πολύ διαφορετικά επιστημονικά πεδία.

Οι διαφορές είναι τεράστιες. Σε καμία περίπτωση δεν προσπαθούσα να μεταφέρω μηχανικά στην εθνολογία ό,τι ίσχυε στη γλωσσολογία. Επρόκειτο, μάλλον, για θέμα της ίδιας συνολικής έμπνευσης — με το πολύ ξεκάθαρο συναίσθημα, όμως, ευθύς εξαρχής, ότι βεβαίως και δεν μιλούσαμε για τα ίδια πράγματα και ότι δεν θα μπορούσαμε να μιλάμε με τον ίδιο τρόπο για διαφορετικά πράγματα. Αλλά η γλωσσολογία μού επιβεβαίωσε δύο σημεία, που μέχρι τότε μόνο αόριστα είχα συνειδητοποιήσει.

Πρώτον, ότι για να κατανοήσει κανείς τα πολύ σύνθετα φαινόμενα είναι σημαντικότερο να εξετάσει τη μεταξύ τους σχέση, παρά να μελετήσει το καθένα ξεχωριστά. Το δεύτερο είναι η έννοια του φωνήματος, όπως αναπτύχθηκε από τον Γιάκομπσον. Τα φωνήματα είναι διακριτοί ήχοι όπως το ε, τ, κ, α, β, γ, οι οποίοι δεν δηλώνουν τίποτα από μόνοι τους. Ο τρόπος με τον οποίο συνδυάζονται για να δημιουργήσουν λέξεις είναι αυτό που καθιστά δυνατά τα διαφορετικά νοήματα: το μ και το κ δεν σημαίνουν τίποτα, αλλά διαφοροποιούν την κνήμη από τη μνήμη.

Αυτή η ιδέα μου φάνηκε εξαιρετικά γόνιμη. Και πάλι, βέβαια, δεν επρόκειτο για σύγκριση εθνολογικών γεγονότων με φωνήματα, αλλά για πραγματικότητες μιας διαφορετικής τάξης. Όταν ωστόσο προσπάθησα, για παράδειγμα, να καταλάβω την εξαιρετική και προφανώς αυθαίρετη ποικιλομορφία των εθιμικών κανόνων του γάμου που επικρατούν σε μια δεδομένη κοινωνία, δεν αναρωτήθηκα για το ίδιο πράγμα που αναρωτιόνταν οι άνθρωποι μέχρι τότε: τι σημαίνει, δηλαδή, μέσα στη συγκεκριμένη κοινωνία από μόνος του αυτός ο εθιμικός κανόνας. Αντίθετα, θεώρησα ότι δεν σήμαινε τίποτα από μόνος του, αλλά ότι ο τρόπος με τον οποίο όλοι οι εθιμικοί κανόνες συνδυάζονταν, αντιθετικά ή παρατακτικά, ήταν ένας τρόπος έκφρασης ορισμένων σημασιοδοτήσεων. Παραδείγματος χάριν, οι συγκεκριμένοι εθιμικοί κανόνες χρησίμευσαν στο να μορφοποιούν ή να κινητοποιούν κύκλους ανταλλαγής μέσα στην κοινωνική ομάδα. Κύκλοι ανταλλαγής που έχουν οι ίδιοι σημασία και ποικίλλουν από κοινωνία σε κοινωνία.

Μια νέα μέθοδος

* Πώς θα συνοψίζατε αυτήν τη νέα μέθοδο;

Ας πούμε ότι σε όλες τις ανθρώπινες κοινωνίες υπάρχουν σύνολα πρώτης τάξης — μερικά από αυτά είναι η γλώσσα, η συγγένεια, η θρησκεία και ο νόμος. Στα πρώτα στάδια της έρευνας, είναι ίσως σοφό να θεωρηθούν ως χωριστές μονάδες. Αλλά σε ένα προχωρημένο στάδιο πρέπει να θέσει κανείς το ερώτημα ποια σχέση μπορεί να υπάρξει μεταξύ αυτών των μονάδων και των πιο σύνθετων, δεύτερης τάξης, μονάδων, που συγκροτούν όταν συνδυάζονται. Έτσι, βαθμιαία φθάνουμε στην ιδέα του «ολικού κοινωνικού γεγονότος», όπως διατυπώνεται από τον Γάλλο κοινωνιολόγο και ανθρωπολόγο Μαρσέλ Μως. Περιλαμβάνει ποικίλες αναπαραστάσεις ταυτόχρονα γλωσσικές, νομικές, θρησκευτικές και ούτω καθεξής.

* Αυτό όμως μέσα σε μια δεδομένη κοινωνία λαμβάνεται ως σύνολο;

Αρχικά ναι. Αλλά αργότερα προσπαθεί κανείς να καταλάβει τους συσχετισμούς και τις αντιθέσεις που μπορούν να υπάρξουν μεταξύ γειτονικών ή απομακρυσμένων κοινωνιών.

* Έχετε γράψει περί «θερμών» και «ψυχρών» κοινωνιών, για να διαφοροποιήσετε τις κοινωνίες με ιστορική προοπτική από τις στατικές κοινωνίες.

Πρόκειται για θεωρητικούς πόλους. Όλες οι κοινωνίες, στην πραγματικότητα, είναι τοποθετημένες κατά μήκος ενός φάσματος. Οι αποκαλούμενες πρωτόγονες κοινωνίες δεν είναι καθόλου πρωτόγονες. Το ιδανικό τους είναι να μην αλλάζουν, να παραμείνουν στην κατάσταση που τις έφτιαξαν οι θεοί τους στην αρχή του χρόνου. Φυσικά, δεν το καταφέρνουν. Υπάρχουν εντός της Ιστορίας. Ωστόσο, έχουν μια τάση να εξουδετερώνουν τις αλλαγές, να διατηρούν μια ιδανική κατάσταση, όπως αυτή αντιπροσωπεύεται από τους μύθους. Από την άλλη, στις κοινωνίες που έχω αποκαλέσει «θερμές» προσπαθούμε να ορίσουμε τον εαυτό μας σε αντίθεση με τους προγόνους μας. Η αλλαγή είναι έτσι γρηγορότερη. Δεν γνωρίζουμε μόνο την ύπαρξη της Ιστορίας, αλλά επιθυμούμε με τη γνώση που διαθέτουμε για το παρελθόν μας να ανακατευθύνουμε το μέλλον, να νομιμοποιήσουμε ή να επικρίνουμε την εξέλιξη της κοινωνίας μας. Η Ιστορία για μας είναι στοιχείο της ηθικής μας συνείδησης.


Η έννοια του μύθου

* Μπορείτε να μας ορίσετε την έννοια του μύθου, όπως την παρουσιάζετε στο έργο σας Μυθολογικά;

Κατά βάση, η έννοια του μύθου είναι πολύ ευέλικτη. Για έναν Ινδιάνο της Αμερικής, ο μύθος είναι μια ιστορία από την εποχή που άνθρωποι και ζώα ήταν ένα. Σκέφτομαι ότι πρόκειται για έναν πολύ καλό ορισμό. Γιατί, παρά τις προσπάθειες της ιουδαιοχριστιανικής παράδοσης, καμία κατάσταση δεν μοιάζει τραγικότερη, για την καρδιά και το μυαλό, από αυτή μιας ανθρωπότητας η οποία συνυπάρχει μεν με άλλα έμβια όντα σε μια Γη που μοιράζονται από κοινού, χωρίς όμως να είναι σε θέση να επικοινωνεί με τα όντα αυτά. Οι μύθοι αρνούνται να δουν την ατέλεια αυτή στην πλάση ως κάτι που υπήρχε πάντοτε. Θεωρούν την εμφάνισή της ως το γεγονός που εγκαινίασε την ανθρώπινη κατάσταση. Ο μύθος, σε αντίθεση με την καρτεσιανή προσέγγιση, αρνείται τις διαιρέσεις, δεν δέχεται ποτέ μια μερικευτική απάντηση· επιδιώκει εξηγήσεις που ενσωματώνουν την ολότητα των φαινομένων.

Έχω προσπαθήσει να δω τον ρόλο που διαδραματίζουν οι μύθοι στη σκέψη των μελών μιας κοινωνίας. Έχω προσπαθήσει να διακρίνω την εσωτερική λογική τους πριν αναρωτηθώ για την κοινωνική λειτουργία τους. Σε όλες τις επιστήμες υπάρχει ένα ερώτημα που θα μπορούσε να οριστεί με βιολογικούς όρους, όπως οι σχέσεις μεταξύ ανατομίας και φυσιολογίας, μεταξύ του τρόπου με τον οποίο ένας οργανισμός δημιουργείται και του τρόπου με τον οποίο λειτουργεί. Φυσικά, οι μύθοι λειτουργούν μέσα στις κοινωνίες — επιτελούν ένα ρόλο. Αλλά, πριν αναρωτηθώ πώς λειτουργούν είναι απαραίτητο να γνωρίζω πώς φτιάχνονται, να γνωρίζω την ανατομίας τους. Δεν θα μπορούσαμε να έχουμε τον Δαρβίνο εάν δεν υπήρχε προηγουμένως ο Κυβιέ. Τα Μυθολογικά μου αντιστοιχούσαν στο στάδιο του Κυβιέ. Επεδίωκα την ανατομία των μύθων.


Πρόοδος και πολιτισμικός σχετικισμός

* Δώσατε δύο διαλέξεις στην Unesco, σε διάστημα είκοσι ετών. Η πρώτη είχε τίτλο «Φυλή και ιστορία», η δεύτερη «Φυλή και πολιτισμός». Είναι ακριβές να πούμε ότι και στις δύο η βασική μέριμνά σας ήταν να συμφιλιώσετε την έννοια της προόδου με την αρχή του πολιτισμικού σχετικισμού;

Η έννοια της προόδου υπονοεί ότι ορισμένοι πολιτισμοί είναι ανώτεροι από άλλους σε συγκεκριμένο χρόνο και τόπο, ότι κάποιοι δημιουργούν έργα που άλλοι θα ήταν ανίκανοι να δημιουργήσουν. Σύμφωνα με τον πολιτισμικό σχετικισμό, που είναι μια από τις βάσεις της εθνολογικής σκέψης μου, δεν υπάρχει κανένα απόλυτο κριτήριο για την επίρρωση της άποψης ότι ένας πολιτισμός είναι ανώτερος από κάποιον άλλο. Εάν κάποιοι πολιτισμοί «κινούνται» ενώ άλλοι όχι, αυτό δεν συμβαίνει επειδή ο ένας είναι ανώτερος από τον άλλο. Συμβαίνει επειδή ιστορικές περιστάσεις οδηγούν στη συνεργασία μεταξύ κοινωνιών που δεν είναι μεν άνισες, αλλά είναι διαφορετικές. Αυτοί οι πολιτισμοί αρχίζουν στη συνέχεια να κινούνται μέσω της αμοιβαίας μίμησης ή αντίθεσης. Γονιμοποιούν και κινητοποιούν ο ένας τον άλλον. Σε άλλες εποχές και τόπους, τυχαίνει οι πολιτισμοί να παραμένουν απομονωμένοι και στατικοί.

* Διαφέρει, η λειτουργία της τέχνης από τον έναν πολιτισμό στον άλλο; Δεν είναι συλλογικότερη στις κοινωνίες που αποκαλείτε «ψυχρές»;

Νομίζω ότι αυτό συμβαίνει επειδή η τέχνη σε τέτοιες κοινωνίες συνδέεται στενά με τα συλλογικά πιστεύω. Ο σκοπός της τέχνης σε αυτές τις κοινωνίες δεν είναι η εξατομικευμένη ή η ομαδική απόλαυση. Η λειτουργία της είναι να παρέχει επικοινωνία ανάμεσα στην κοινωνία και έναν υπερφυσικό κόσμο, στον οποίο όλα τα μέλη της πιστεύουν. Η τέχνη, έτσι, στην περίπτωση αυτή επιτελεί μια λειτουργία απολύτως αναγκαία για την ομάδα.

* Μια λειτουργία κοινωνική…

Κοινωνική και θρησκευτική. Όταν η θρησκεία, οι θρησκευτικές πεποιθήσεις μοιράζονται από το σύνολο μιας ομάδας είναι αδύνατο να διαχωριστούν οι δύο πτυχές.

* Αυτή η λειτουργία έχει πάψει να υπάρχει στις «σύγχρονες» κοινωνίες.

Σκέφτομαι ότι αυτό σχετίζεται, σε μεγάλο βαθμό, με την εξαφάνιση μιας μεγάλης κοινής πίστης. Οι κοινωνίες μας έχουν χάσει την ικανότητα για μια μεγάλη συλλογική πίστη, μια κοινή ψυχική ανάταση.

* Είναι και αυτό μια εκδήλωση του χωρισμού του ατόμου από τον κόσμο που σημειώνεται στη διάρκεια της Ιστορίας του δυτικού πολιτισμού;

Απομονώνοντας τους ανθρώπους από την υπόλοιπη πλάση, ο δυτικός ατομικισμός τούς στέρησε ένα προστατευτικό τείχος. Μόλις οι άνθρωποι θεωρήσουν ότι η δύναμή τους είναι απεριόριστη, οδεύουν προς την αυτοκαταστροφή. Σκεφτείτε τα στρατόπεδα συγκέντρωσης. Σκεφτείτε ολόκληρη την ανθρωπότητα σήμερα, τα περιβαλλοντικά προβλήματα.

* Κοιτάζοντας προς τα πίσω, στα πρώτα σας βήματα, πώς κρίνετε τα αποτελέσματα της έρευνάς σας; Πώς βλέπετε τον δρόμο που επιλέξατε;

Θεωρώ ότι πάντοτε έκανα το ίδιο πράγμα, υπό την έννοια ότι προσπάθησα να μελετήσω διαφορετικούς τομείς χρησιμοποιώντας την ίδια προσέγγιση. Άρχισα ενασχολούμενος με τα προβλήματα της οικογένειας και της κοινωνικής οργάνωσης. Κατόπιν το ένα οδήγησε στο άλλο: μου πρότειναν, στην Ecole Pratique des Hautes Etudes στο Παρίσι, μια θέση με αντικείμενο τη θρησκεία των λαών, χωρίς να έχω γράψει κάτι επ’ αυτού. Και έτσι στράφηκα στα ζητήματα της θρησκείας, και ειδικά στη μυθολογία. Τα προς επίλυση προβλήματα ήταν δυσκολότερα από εκείνα της συγγένειας — ένα πεδίο στο οποίο είχε γίνει ήδη πολλή δουλειά, αν και όχι ικανοποιητική κατά τη γνώμη μου. Εκτός από τις εξαιρετικά παλαιές και συγκεχυμένες θεωρίες, που όπως μπορούσε ο καθένας να διαπιστώσει ήταν ξεπερασμένες, οι μύθοι ανήκαν σε ένα, εν πολλοίς, παρθένο πεδίο μελέτης –με εξαίρεση, φυσικά, το πρωτοποριακό έργο του Ζωρζ Ντυμεζίλ, που ερεύνησε το περιορισμένο πεδίο της ινδοευρωπαϊκής μυθολογίας.

Τα προβλήματα τα οποία προέκυψαν από αυτήν τη νέα έρευνα ήταν της ίδιας τάξης με εκείνα που σχετίζονταν με τη συγγένεια. Ακριβώς όπως οι εθιμικοί κανόνες του γάμου διαφορετικών κοινωνιών, που είχα μελετήσει, φαίνονταν αυθαίρετοι, έτσι και οι μύθοι φαίνονταν ακατανόητοι, ακόμα και παράλογοι. Όταν οι μύθοι διαφορετικών, ακόμη και πολύ μακρινών πληθυσμών συγκρίνονται, διαπιστώνουμε ότι υπάρχουν κοινά χαρακτηριστικά. Αφού προσπάθησα να ενσταλάξω μια κάποια τάξη στο χάος της συγγένειας και των εθιμικών κανόνων του γάμου, θέλησα να κάνω το ίδιο πράγμα για τη μυθολογία, εμπνεόμενος από αρχές που είχα καθορίσει στην αρχή, προκειμένου να προσπαθήσω να κατανοήσω τι σήμαιναν οι μύθοι.

Αυτό το μακροπρόθεσμο σχέδιο μου πήρε είκοσι πέντε χρόνια, λόγω του απέραντου όγκου υλικού που έπρεπε να αφομοιώσω. Η εθνογραφική βιβλιογραφία εμπεριείχε ένα πλήθος μύθων που οι εθνολόγοι είχαν συλλέξει κατά τη διάρκεια ενός αιώνα με αξιοθαύμαστο ζήλο και είχαν μεταγράψει έπειτα σε ένα σώμα δημοσιεύσεων που κανένας δεν είχε χρησιμοποιήσει. Θεώρησα ότι επρόκειτο για μια πηγή υλικού ακόμα πλουσιότερη και από αυτό που διαθέτουμε για την αρχαία Ελλάδα και τη Ρώμη. «Για δύο χιλιάδες χρόνια», είπα στον εαυτό μου, «οι σχολιαστές μελετούσαν τις πεποιθήσεις των αρχαίων Ελλήνων και των Ρωμαίων, χωρίς το θέμα να εξαντληθεί, και ανακαλύπτοντας συνεχώς νέες ερμηνείες». Έτσι, επεδίωξα να εξερευνήσω την ανεξερεύνητη ήπειρο των τεκμηρίων που σχετίζονταν με τη Βόρειο και Νότιο Αμερική. Ελπίζω ότι κατάφερα να δείξω πώς συγκροτήθηκε ο μυθολογικός κόσμος των Ινδιάνων της Αμερικής.

Η συνέντευξη του Claude Levi-Strauss στον Manolio Osorio sημοσιεύθηκε στο περιοδικό «Courier» της Unesco, τον Οκτώβριο του 1990

Μετάφραση: Κατερίνα Λαμπρινού

Στο ίδιο φύλλο:

Δύο φιλόσοφοι, ένας νευροβιολόγος, ένας ανθρωπολόγος και ένας μελετητής της λογοτεχνίας αποτιμούν τη συμβολή του Λεβί-Στρως στη σύγχρονη σκέψη

Τα τρία μαθήματα του Λεβί-Στρως
Του Αντρε Κοντ-Σπονβιλ

Τι μου έμεινε από τον Λεβί-Στρως; Τρία βασικά μαθήματα: η κριτική του υποκειμένου, μια ηθική της απελπισίας, μια αισθητική της απόρριψης και του θαυμασμού.

Στον Λεβί-Στρως, η κριτική του υποκειμένου έχει διττό χαρακτήρα: αποτελεί αντικείμενο, αφενός, της εθνολογίας (λόγω της μετατόπισης από το κέντρο που αυτή προϋποθέτει) και, αφετέρου, του στρουκτουραλισμού (που στοχάζεται το υποκείμενο ως αποτέλεσμα, ποτέ ως πρώτη αρχή). Αυθύπαρκτο εγώ δεν υπάρχει, γεγονός που βάζει τον εγωισμό στη θέση του, στη θέση δηλαδή της φαντασίωσης.

Αυτό μας οδηγεί στην ηθική και την απελπισία. Εάν το υποκείμενο δεν είναι τίποτε άλλο παρά το σύνολο των φαντασιώσεων που παράγει το ίδιο για τον εαυτό του, δεν έχει τίποτε να περιμένει, ούτε σωτηρία ούτε νόημα. Μας μένει, λοιπόν, να το γνωρίσουμε («ο τελικός σκοπός των ανθρωπιστικών επιστημών δεν είναι να ανασυστήσει τον άνθρωπο, αλλά να τον αναλύσει στα εξ ων συνετέθη») και να πάρουμε, όσο μπορούμε, τις αποστάσεις μας από αυτό. Το παράδοξο είναι ότι κατ’ αυτόν τον τρόπο γινόμαστε πιο ανθρώπινοι, όπως το βλέπουμε στον Μονταίνιο, όπως το βλέπουμε στον Βούδα — αυτοί είναι οι πραγματικοί δάσκαλοι του Λεβί-Στρως (περισσότερο από τον Ρουσσώ), στον βαθμό τουλάχιστον που συναινεί να δώσει μια μικρή θέση στη φιλοσοφία, συχνά στο τέλος των βιβλίων του…

Ερχόμαστε, τέλος, στην αισθητική της απόρριψης και του θαυμασμού. Τον καιρό που ο κόσμος όλος υμνούσε τις πρωτοπορίες, ο Λεβί-Στρως είχε το θάρρος να δηλώσει την εξαιρετικά μικρή εκτίμηση που έτρεφε για την τέχνη της εποχής μας, αρχής γενομένης από «την καλλιτεχνική δεξιότητα που δεν έχουν πια» οι ζωγράφοι μέχρι «την αβάσταχτη ανία που αποπνέει η σύγχρονη φιλολογία» — πράγμα που μας παρέπεμπε στους αληθινά μεγάλους δασκάλους: τον Μονταίνιο, τον Πουσσέν, τον Μπαχ, τον Μότσαρτ, τον Ρουσσώ… Η απόρριψη και ο θαυμασμός πάνε μαζί. Είναι αυτό που αποκαλούμε γούστο και αποστροφή. Αλλά, για να εκφρασθεί, χρειάζεται θάρρος. Και το θάρρος του Λεβί-Στρως έδωσε θάρρος και σε εμάς.

Ο André Comte-Sponville είναι φιλόσοφος

Η τέχνη της επιστήμης
του Τσβεταν Τοντοροφ

Όταν έφτασα στη Γαλλία, στις αρχές της δεκαετίας του 1960, η σκέψη του Κλωντ Λεβί-Στρως μου φάνηκε ό,τι πιο ελκυστικό παρήγαγε η γαλλική διανόηση. Η έλξη αυτή πήγαζε από δύο σημαντικούς λόγους. Ο πρώτος ήταν ότι το έργο του Λεβί-Στρως χάριζε στις ανθρωπιστικές και κοινωνικές επιστήμες τον τίτλο ευγενείας που μέχρι τότε διατηρούσαν για τον εαυτό τους οι καθαρά φιλοσοφικές και λογοτεχνικές παραδόσεις. Έμενα έκθαμβος –και δεν ήμουν ο μόνος– με την ικανότητα που είχε ο Λεβί-Στρως να λαμβάνει υπόψη του έναν πολύ μεγάλο αριθμό εμπειρικών γεγονότων και να εξάγει από αυτά συμπεράσματα, τα οποία ήξερε να διατυπώνει σε μια γλώσσα αυστηρή. Η λέξη «δομικός» συμβόλιζε για μας μια νέα πρόταση, που μας πήγαινε πολύ πιο πέρα από τις αφηρημένες εκφράσεις κάποιων φιλοσόφων και τις θολές διατυπώσεις κάποιων άλλων διανοούμενων. Ο δεύτερος λόγος έχει να κάνει με την ίδια την «ανθρωπολογία»: οι πολιτισμοί λαών ξένων προς τον δυτικό κόσμο, κυρίως των λαών χωρίς γραφή, αποκτούσαν την ίδια αξία με τον δικό μας πολιτισμό. Για τον ευρωπαϊκό εθνοκεντρισμό ήταν μεγάλο χτύπημα.

Σαράντα χρόνια μετά, δεν δίνουμε πια τις ίδιες μάχες, τα διακυβεύματα δεν είναι τα ίδια. Από τη μια, οι ιδέες του Λεβί-Στρως είναι σαν τον καλό σπόρο του σιταριού που χάνεται μες την ήρα, όπως στην παραβολή του Ευαγγελίου: έγιναν πια έννοιες κοινότοπες. Από την άλλη, κάποιες φράσεις του, όταν τις ξαναδιαβάζουμε σήμερα, εγείρουν ερωτήματα. Ο ριζοσπαστικός σχετικισμός του, που περισσότερο τον διακήρυττε και λιγότερο τον εφάρμοζε, δεν μπορεί να υποστηριχθεί. Ο αντιανθρωπισμός του –ή άρνησή του να δώσει στο ανθρώπινο είδος ένα προβάδισμα σε σχέση με τα άλλα είδη των ζωντανών οργανισμών, να αναγνωρίσει μιαν οιαδήποτε αυτονομία στο ατομικό υποκείμενο– είναι υπερβολικός· η επιστημονική του αξίωση, που τοποθετεί την στρουκτουραλιστική ανάλυση στους αντίποδες κάθε άλλου τύπου ερμηνείας, δεν μου φαίνεται θεμελιωμένη. Είναι αλήθεια ότι μπορεί κανείς να βρει στο ίδιο το έργο του Λεβί-Στρως πολλά στοιχεία τα οποία μπορούν να αναιρέσουν τα μαξιμαλιστικά συμπεράσματα που εμείς αρεσκόμαστε να εξάγουμε.

Θαυμάζω πάντα το έργο του Κλωντ Λεβί-Στρως, μόνο που τώρα οι λόγοι είναι άλλοι. Για μένα, ενσαρκώνει τη δυνατότητα να παραβεί κανείς τον συμβατικό διαχωρισμό ανάμεσα στον λόγιο επιστήμονα και τον καλλιτέχνη. Ο Λεβί-Στρως απέδειξε ότι η μυθική σκέψη έχει την ίδια δύναμη με την επιστημονική σκέψη· και αυτό μέσα σε βιβλία των οποίων η ωραιότητα δεν υπολείπεται εκείνης των μυθιστορημάτων. Γι’ αυτό, του είμαι ευγνώμων.

Ο Tzvetan Todorov είναι γλωσσολόγος και φιλόσοφος


Η κουζίνα, εμβληματικό στοιχείο της κουλτούρας
του Ζαν-Ντιντιε Βενσαν

Ο Κλωντ Λεβί-Στρως είναι ένα μνημείο που νομίζω πως μπορούμε να το τοποθετήσουμε, χωρίς δισταγμό, πλάι στους μεγάλους ιδρυτές της γαλλικής κοινωνιολογικής και ανθρωπολογικής σκέψης: τον Εμίλ Ντυρκέμ, τον Μαρσέλ Μως, τον Γκαμπριέλ Ταρντ. Από αυτή την άποψη, έβαλε τη σφραγίδα του σε μια μεγάλη μερίδα της γαλλικής και διεθνούς διανόησης.

Η σκέψη του παραμένει ζωντανή διαμέσου των διαδόχων του, που σίγουρα δεν είναι μόνο μαθητές του, με την αυστηρή έννοια του όρου, αλλά δείχνουν ότι ο δρόμος τον οποίο χάραξε είναι αρκετά πλατύς και εύφορος, ώστε νέες εργασίες να βρουν χώρο να ριζώσουν και να καρποφορήσουν.

Με την ιδιότητά μου ως βιολόγου, θεωρώ ότι τα κείμενά του, για την απαγόρευση της αιμομιξίας, για τα συστήματα συγγένειας και για τον τρόπο με τον οποίο τα στοιχεία αυτά καθορίζουν τις θεμελιώδεις κοινωνικές και πολιτισμικές δομές, εντυπωσιάζουν με την ακρίβειά τους, και ότι αποτελούν, αναμφισβήτητα, μέγιστη συνεισφορά. Ασφαλώς, πάντα μπορεί κανείς να αναγνωρίσει στον ζωικό κόσμο την τάδε ή τη δείνα δομή συγγένειας ή την τάδε απαγόρευση, που θα θυμίζουν αυτήν τη πολιτισμική διάσταση. Το θεωρητικό σχήμα όμως, που σκιαγράφησε ο Λεβί-Στρως, υποδεικνύει, κατ’ εμέ πολύ σωστά, το ίδιον της ανθρώπινης διάστασης του ανθρώπου. Το ερώτημα από πού έλκει την καταγωγή της αυτή η ανθρώπινη διάσταση είναι θέμα άλλης συζήτησης: Πρέπει, άραγε, να διακρίνει κανείς, σ’ αυτή την ανθρώπινη διάσταση, τα αποτελέσματα μιας βιολογικής διαδικασίας ή το σημάδι μιας αναλλοίωτης ιδιαιτερότητας του ανθρώπινου είδους;

Ως προς τις μελέτες του Λεβί-Στρως για τους μύθους, θεωρώ κεφαλαιώδους σημασίας την ανάλυσή του για τη σπουδαιότητα της μαγειρικής επεξεργασίας μέσα στην πολιτισμική διαδικασία. Οι ρίζες της μαγειρικής, οι τρόποι με τους οποίους ετοιμάζονται και καταναλώνονται τα γεύματα, οι κανόνες υγιεινής: όλες αυτές οι πολιτισμικές διαμεσολαβήσεις, που κάνουμε χωρίς να τις σκεφτόμαστε, δηλώνουν, ίσως περισσότερο από οτιδήποτε άλλο, την ανθρώπινη διάσταση του ανθρώπου.

Ο Jean-Didier Vincent είναι νευροβιολόγος


Ανάμεσα στον νεωτερισμό και στον συντηρητισμό
του Βενσαν Ντεμπεν

Το νέο ενδιαφέρον που προκαλεί το έργο του Κλωντ Λεβί-Στρως στους ερευνητές της γενιάς μου νομίζω ότι οφείλεται καταρχάς στην εξασθένηση της διαμάχης που ακολούθησε και συνόδευσε το έργο του. Θα μπορούσαμε να διακρίνουμε, σε αδρές γραμμές, τρεις φάσεις. Πρώτα απ’ όλα, τη «μόδα» του στρουκτουραλισμού της δεκαετίας του ’60 και των αρχών της δεκαετίας του ’70, η οποία, με τον Λεβί-Στρως, αλλά και με τον Ρολάν Μπαρτ ή την πρώτη περίοδο του Μισέλ Φουκώ, άγγιζε το σύνολο των ανθρωπιστικών σπουδών: ήταν, λοιπόν, η περίοδος όπου γινόταν η συζήτηση-αντιπαράθεση με τον μαρξισμό γύρω από την αντίθεση ανάμεσα σε ιστορία και δομή. Ακολούθησε η περίοδος την οποία ονομάζαμε, κυρίως στις Ηνωμένες Πολιτείες, «μετα-στρουκτουραλισμό» και κατά την οποία ο Λεβί-Στρως κατηγορήθηκε ότι εξιδανίκευε τις κοινωνίες χωρίς γραφή ή ότι ήταν κρυπτο-εθνοκεντρικός στις αναλύσεις του. Σήμερα, τέλος, τα πράγματα έχουν ηρεμήσει: ύστερα από δύο γενιές, όπου έπρεπε κανείς να διαλέξει (να είναι υπέρ ή κατά του Λεβί-Στρως), εξετάζουμε το έργο στις ακριβείς του διαστάσεις. Δίχως αμφιβολία, αντιλαμβανόμαστε σήμερα καλύτερα την πολυπλοκότητά του, καθώς και την επίμονη επικαιρότητά του: ο Λεβί-Στρως έχει ακόμα πολλά να μας πει.

Η έκδοση του έργου του στη διάσημη σειρά της Πλειάδας (Pléiade) ασφαλώς συνιστά, πρώτα απ’ όλα, την καθιέρωσή του ως του μεγαλύτερου ανθρωπολόγου. Αλλά, παράλληλα, αναγνωρίζει το έργο που επιτελεί η ανθρωπολογία σε σχέση με τη λογοτεχνία: για να το πω διαφορετικά, η λογοτεχνία δεν διαδραματίζεται μόνο στον κλειστό χώρο του «λογοτεχνικού πεδίου»· μεταμορφώνεται από αυτό που την περιβάλλει και από αυτό που συμβαίνει αλλού — σε άλλες κοινωνίες, όπως και σε ποικίλα πεδία της γνώσης, και ιδιαίτερα στην ανθρωπολογία. Το έργο του Λεβί-Στρως ανήκει βέβαια στην κουλτούρα μας, αλλά σηματοδοτεί επίσης και μια παρέμβαση στην κουλτούρα που έχουμε για την εθνολογία και το αντικείμενό της, το οποίο αφορά εκείνες τις μακρινές κοινωνίες που, για πολύ καιρό, περιφρονούσαμε.

Ο Λεβί-Στρως είναι, πάνω απ’ όλα, μέγας αναγνώστης· το έργο του βρίθει αναφορών στον Προυστ, τον Μπαλζάκ, τον Ρεμπώ… πάντα όμως απεχθανόταν την πειραματική λογοτεχνία που συνδέθηκε με τον «στρουκτουραλισμό». Συναντάμε, λοιπόν, σ’ αυτόν, ένα πολύ ενδιαφέρον μείγμα μοντερνισμού και συντηρητισμού· είναι πολύ μοντέρνος στη σκέψη του και αρκετά συντηρητικός στα γούστα του, κυρίως διότι πιστεύει ότι, σε αντίθεση προς την επιστήμη, η τέχνη δεν προοδεύει.

Ο Vincent Debaene διδάσκει γαλλική λογοτεχνία στο Πανεπιστήμιο Κολούμπια της Νέας Υόρκης. Ειδικός στη μελέτη του Κλωντ Λεβί-Στρως, συντόνισε και προλόγισε την έκδοση του έργου του στη σειρά της Pléiade των εκδόσεων Gallimard.


Προς «μια νέα μορφή κοινωνικής κριτικής»
Του Φρεντερικ Κεκ

Ως αναγνώστης και επιστήμονας που χρησιμοποιώ τον Κλωντ Λεβί-Στρως, διακρίνω στο έργο του δύο μοντέλα. Το πρώτο, που κυριαρχεί στις Στοιχειώδεις δομές της συγγένειας (1949), ανανεώνει τη σκέψη του Ντυρκέμ μέσω της κυβερνητικής: δείχνει ότι οι κοινωνίες μπορούν να συγκριθούν με οργανισμούς οι οποίοι ρυθμίζουν τη σεξουαλικότητα μέσω των οικουμενικών νόμων της επιγαμίας και της καταγωγής, αφήνοντας να αναδυθεί μια τάξη προσίδια στον άνθρωπο. Η δεύτερη, που είναι πιο φανερή στα Μυθολογικά (που εκδόθηκαν μεταξύ 1964 και 1971), διευρύνει τον μαρξισμό προς την οικολογία: δείχνει ότι μπορούμε να εξηγήσουμε τους μύθους ή τις ιδεολογίες μιας κοινωνίας αν τους συνδέσουμε με τις συγκεκριμένες συνθήκες παραγωγής της κοινωνίας αυτής, μέσα στις οποίες τα ζώα και τα φυτά κατέχουν μέγιστη θέση. Ανάμεσα στα δύο, η Άγρια Σκέψη (1962) δηλώνει μια ανάπαυλα: το βιβλίο αυτό δείχνει ότι, αν θέλουμε να συγκρίνουμε τις κοινωνίες μεταξύ τους, πρέπει να τοποθετηθούμε στο επίπεδο του «ανθρώπινου πνεύματος», και επαναθέτει το κλασικό πρόβλημα της σχέσης τοτεμισμού και θυσίας, για να το εισαγάγει στο πλαίσιο των μεγάλων φιλοσοφικών συζητήσεων της δεκαετίας του ’60 πάνω στην ιστορία και τη διαλεκτική.

Η γνωστική ανθρωπολογία είχε δίκιο όταν έδειχνε ότι η έννοια του «ανθρώπινου πνεύματος», την οποία χρησιμοποίησε ο Λεβί-Στρως στο πρώτο μοντέλο, είναι πια ξεπερασμένη. Η ίδια, όμως, εγκατέλειψε τη μελέτη των πλούσιων εθνογραφικών συμφραζομένων προς όφελος μιας οικουμενικής ψυχολογίας. Επειδή τάσσομαι, όπως και πολλοί άλλοι, υπέρ του δεύτερου μοντέλου, εξακολουθώ να υποστηρίζω ότι οι ανθρωπολόγοι μελετούν τη διαδικασία της γνώσης, αλλά της γνώσης εκείνης που παράγεται σε συγκεκριμένο χώρο, και η οποία διαδίδεται: τη γνώση ειδημόνων και μη, γνώσεις βέβηλες και καθιερωμένες, μέσα στο πλαίσιο μιας «πολιτικής της φύσης», η οποία παίρνει διάφορες μορφές ανάλογα με τις κοινωνίες, ενεργοποιώντας παράξενες νοητικές οντότητες, τρελές αγελάδες, ομοφυλόφιλες δροσόφιλες, κοτόπουλα που μεταμορφώνονται σε βόμβες ιών. Ο Μαρξ μάς έμαθε ότι πρέπει να τοποθετηθούμε στο επίπεδο των αντιφάσεων των υποδομών, αν θέλουμε να εξηγήσουμε τις ιδεολογίες· ο Λεβί-Στρως μάς έδειξε ότι οι υποδομές συντίθενται όχι μόνον από ανθρώπινες παραγωγικές μονάδες, αλλά και από φυτά, ζώα και υβριδικές οντότητες που βρίσκονται σε σχέσεις διάδρασης. Το πρώτο μοντέλο, ο Ντυρκέμ και η κυβερνητική, ανήκει στον επιστημονισμό του προηγούμενου αιώνα· το δεύτερο μοντέλο, ο Μαρξ και η οικολογία, οδηγεί σε μια νέα μορφή κοινωνικής κριτικής.

Ο Frédéric Keck εργάζεται στο Εθνικό Κέντρο Επιστημονικής Έρευνας της Γαλλίας (CNRS) και στην Ανωτάτη Σχολή Κοινωνικών Επιστημών (EHESS), στο σταυροδρόμι φιλοσοφίας και κοινωνικών επιστημών. Συμμετείχε στην προετοιμασία της έκδοσης του έργου του Κλωντ Λεβί-Στρως στη σειρά της Pléiade των εκδόσεων Gallimard.

Θα μπορούμε να διαβάζουμε τον Κλωντ Λεβί-Στρως αύριο;
του Μπενουα Φλις

Πικρό παράδοξο: ο Κλωντ Λεβί-Στρως εισέρχεται στην Πλειάδα (Pléiade) την ίδια στιγμή που η γαλλική ανθρωπολογία πεθαίνει. Και ο λόγος δεν είναι ότι δεν έτυχε αναγνώρισης από τις άλλες επιστήμες. Η πρωτοτυπία των μεθόδων της και η ικανότητά της να ταράζει τις προκαταλήψεις και τις στερεότυπες ιδέες ποτέ δεν γνώρισαν μεγαλύτερη επιτυχία μεταξύ των φιλοσόφων, των ιστορικών, των ψυχολόγων ή των πολιτολόγων, τόσο στη Γαλλία όσο και στο εξωτερικό. Στη Γαλλία, κυρίως επειδή απέδειξε πόσο το μακρινό μπορεί να είναι κοντά και πόσο το κοντινό μπορεί να βρίσκεται μακριά, αποτελεί ένα από τα καλύτερα οπλισμένα, από εννοιολογική άποψη, επιστημονικά πεδία, για να αναλύσει τα φαινόμενα της παγκοσμιοποίησης. Εξαιρετικά δυναμική, η ανθρωπολογία στέκεται καλά. Και όμως… Υφίσταται, αυτόν τον καιρό, στη χώρα μας, μια θεσμική κρίση που απειλεί να την καταβροχθίσει: το Εθνικό Κέντρο Επιστημονικών Ερευνών (CNRS) απειλείται με εξαφάνιση, δεν προκηρύσσονται καινούργιες θέσεις για διδακτικό προσωπικό, αυτές οι οποίες μένουν κενές λόγω συνταξιοδότησης των διδασκόντων δεν πληρούνται ούτε στο Εθνικό Κέντρο Επιστημονικών Ερευνών ούτε στα πανεπιστήμια, και σιγά σιγά κλείνουν τα πανεπιστημιακά τμήματα όπου διδασκόταν η ανθρωπολογία. Βλέπουμε εδώ καθαρά το αποτέλεσμα της διστακτικής στάσης των κέντρων εξουσίας, που χρησιμοποιούν ως επιχείρημα τη διαστροφικά «αφελή» ερώτηση: «Σε τι χρησιμεύει;». Ας διαπράξουμε εδώ την ασέβεια να υπενθυμίσουμε ότι το έργο του Λεβί-Στρως, αν το δούμε μέσα σε μια τέτοια ωφελιμιστική προοπτική, ποτέ δεν χρησίμευσε σε τίποτε, έστω και αν εμπεριέχει τα εννοιολογικά σπέρματα για να κάνει αντιληπτά ζητήματα τόσο ποικίλα όπως οι σύγχρονες μορφές συγγένειας ή οι γενετικά τροποποιημένοι οργανισμοί.

Αντίθετα, το έργο του Κλωντ Λεβί-Στρως αποτελεί ένα από τα θεμέλια της ανθρωπολογικής επιστήμης. Ακόμη και αν κριτικάρεται στις μέρες μας, και μάλιστα έντονα –αυτό, βέβαια, είναι το πεπρωμένο ενός επιστημονικού έργου–, αποτελεί, ωστόσο, απαραίτητο εξοπλισμό για κάθε ανθρωπολόγο, μαθητευόμενο ή καταξιωμένο. Για να το πω κάπως πιο ωμά, αλλά και πολύ σοβαρά, τον Λεβί-Στρως πρέπει υποχρεωτικά να τον μασήσεις. Αφού φαγωθεί και χωνευτεί, ο Λεβί-Στρως εμποτίζει το σύνολο των εννοιολογικών ιστών της επιστήμης μας, χωρίς πάντα να το καταλαβαίνουμε. Ένα έργο, όμως, είναι ζωντανό, όταν διαβάζεται. Το έργο του Λεβί-Στρως δεν είναι λογοτεχνικό, είναι επιστημονικό, με όλα όσα αυτό συνεπάγεται για τον αναγνώστη: να υπερβεί τη δυσκολία πρόσβασης και να διαθέτει την απαραίτητη λογιοσύνη και πολυμάθεια. Ποιος θα διαβάζει την Άγρια σκέψη στο μέλλον, όταν δεν θα υπάρχουν πια καλοφαγάδες που θα περιγράφουν στους άλλους τις γεύσεις και τις αξίες; Βαλσαμωμένος για την αιωνιότητα σε λίγους τόμους μιας εκδοτικής σειράς πολυτελείας, ο Αθάνατος θα μαραζώσει από μοναξιά.

Ο Benoît Fliche είναι ανθρωπολόγος, στο Εθνικό Κέντρο Επιστημονικής Έρευνας της Γαλλίας (CNRS).

Μετάφραση: Αναστασία Μυλωνοπούλου

Τα κείμενα του Α. Κοντ-Σπονβίλ και του Τσ. Τοντόροφ δημοσιεύθηκαν στο περιοδικό Le Point, στις 24.4.2008. Τα κείμενα του Φ. Κεκ, του Β. Ντεμπέν και του Μπ. Φλις στο περιοδικό Le Nouvel Observateur, στις 7.5.2008. Τα μετέφρασε, όλα, η Αναστασία Μυλωνοπούλου.

Σχόλια
  1. Ο/Η CobaLus λέει:

    Reblogged this on a r t . and commented:
    «Αλλά η γλωσσολογία μού επιβεβαίωσε δύο σημεία, που μέχρι τότε μόνο αόριστα είχα συνειδητοποιήσει.

    Πρώτον, ότι για να κατανοήσει κανείς τα πολύ σύνθετα φαινόμενα είναι σημαντικότερο να εξετάσει τη μεταξύ τους σχέση, παρά να μελετήσει το καθένα ξεχωριστά. Το δεύτερο είναι η έννοια του φωνήματος, όπως αναπτύχθηκε από τον Γιάκομπσον. Τα φωνήματα είναι διακριτοί ήχοι όπως το ε, τ, κ, α, β, γ, οι οποίοι δεν δηλώνουν τίποτα από μόνοι τους. Ο τρόπος με τον οποίο συνδυάζονται για να δημιουργήσουν λέξεις είναι αυτό που καθιστά δυνατά τα διαφορετικά νοήματα: το μ και το κ δεν σημαίνουν τίποτα, αλλά διαφοροποιούν την κνήμη από τη μνήμη.»

  2. Ο/Η Αντωνια Μποτονακη λέει:

    Εξαιρετικό. Ευχαριστω

Σχολιάστε